Type to search

NBA Κεντρική ΜΠΑΣΚΕΤ

Νιου Γιορκ Νικς: Το success story της φετινής σεζόν του ΝΒΑ

Share

Οι Νιου Γιορκ Νικς κέρδισαν τους Ατλάντα Χοκς με 137 -127 και τρέχουν πλέον ένα σερί 8 νικών. Βρίσκονται στην 4η θέση της ανατολικής περιφέρειας με ρεκόρ 37-27 και αναμένεται να επιβραβευθούν, όπως όλα δείχνουν, για τη φετινή τους πορεία με την είσοδό τους στα playoffs για πρώτη φορά μετά το 2013. Αυτή η ευχάριστη έκπληξη έχει ταυτότητα. Πάμε να δούμε τους κύριους λόγους που ξανακάνουν τους Knickerbockers το talk of the town μετά από καιρό.

Τομ Τιμποντό: Το μυαλό πίσω από όλα

Όταν οι Νικς αποφάσισαν να φέρουν τον Τομ Τιμποντό στην άκρη του πάγκου το καλοκαίρι ήξεραν ότι κέρδιζαν σίγουρα στην άμυνα.. Αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από εξαιρετική επιλογή, αφού αποτελούν το σύνολο με την καλύτερη άμυνα σε ολόκληρο το πρωτάθλημα, με 104,5 πόντους παθητικό, 5 τάπες 7 κλεψίματα και 35 αμυντικά ριμπάουντ ανά αγώνα, ενώ δέχονται τους δεύτερους λιγότερους πόντους στη ρακέτα με 44,4.

Ο «Τιμπς», ένας άνθρωπος με θητεία σε ομάδες που ξεχώρισαν για τη σκληράδα τους στην πίσω πλευρά του παρκέ. Βοηθός του μύθου Πατ Ράιλι στο «Μεγάλο Μήλο» τη δεκαετία του 1990, σε μια εκδοχή που έπαιζε σκληρό ανατολίτικο μπάσκετ, θυμίζοντας ως ΄σαν βαθμό τους «bad boys» του Ντιτρόιτ της προηγούμενης δεκαετίας. Στα 2000’s υπήρξε βοηθός στα αμυντικά συστήματα των Μπόστον Σέλτικς και ήταν ο κύριος υπεύθυνος για τη θωράκιση της ομάδας που ο Ντοκ Ρίβερς οδήγησε στη γη της επαγγελίας το 2008, κόντρα στους Λος Άντζελες Λέικερς των Κόμπε Μπράιαντ και Πάου Γκασόλ. Εννοείται φυσικά πως δεν ξεχνάμε και τους Σικάγο Μπουλς αμέσως μετά. Ένα καθαρά δικό του δημιούργημα που αν είχε και λίγο περισσότερη τύχη, ίσως εκθρόνιζε τον Λεμπρόν Τζέιμς από τον θρόνο της ανατολής και της λίγκας.

Ντέρικ Ρόουζ και Ταζ Γκίμπσον: Τα πρωτοπαλίκαρα από το Σικάγο.

Η αλήθεια είναι ότι ο κόουτς έχει κάποιες αδυναμίες και δεν κρύβονται. Από τη θητεία του στο Σικάγο κι έπειτα, οι Ντέρικ Ρόουζ και Ταζ Γκίμπσον τον ακολουθούν σε όλες του τις στάσεις. Σίγουρα το νούμερο 1 του ντραφτ του 2008 δεν κινείται σε επίπεδα mvp χρονιάς ούτε είναι το κεντρικό πρόσωπο της ομάδας, εξακολουθεί όμως να είναι χρήσιμος και παραγωγικός, αποδεχόμενος πλήρως το νέο του ρόλο. 13 πόντοι, 3.9 τελικές πάσες, 2.5 ριμπάουντ, σχεδόν 1 κλέψιμο και μισή τάπα σε καθημερινή βάση είναι μια χαρά νούμερα για κάποιον που δεν ξεκινά βασικός, αλλά κυρίως καταφέρνει και συνεχίζει να παίζει ακόμα, μετά από τόσες αναποδιές λόγω τραυματισμών.

Ο Γκίμπσον από τη δική του πλευρά κάνει ό,τι ακριβώς έκανε πάντα. Πολλή κίνηση χωρίς την μπάλα σε άμυνα και επίθεση, σπρωξίματα, άμυνες, σκριν και ριμπάουντ. Επιθετικά η κινητικότητά του ανοίγει διάφορες διόδους για τους Νικς. Τραβά παίκτες πάνω του ανοίγοντας χώρους για απειλές από την περιφέρεια, με συνεχείς ημικυκλικές κινήσεις χαλάει τη διάταξη της αντίπαλης άμυνας, είτε προκαλώντας αλλαγές στα σκριν είτε κάνοντας πολλούς παίκτες να τρακάρουν μεταξύ τους, αφήνοντας έτσι ανοιχτό χώρο για μια εύκολη λόμπα.

Ο παράγοντας Τζούλιους Ραντλ

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πρώην παίκτες των Λος Άντζελες Λέικερς να διακρίνονται με φανέλες άλλων ομάδων. Ο Τζούλιους Ραντλ βρίσκεται στην πρώτη θέση της λίστας.

Από το 2019 και την πρώτη του σεζόν μακριά από το Χόλιγουντ, τότε στους Νιου Όρλεανς Πέλικανς, η άνοδος του σε σχέση με το LA είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, φέτος όμως τρύπησε το ως τώρα ταβάνι του πηγαίνοντας σε νέα ύψη. Εκμεταλλεύεται στο έπακρο το κορμί του κι έχει αναπτύξει πολύ τα midrange δίποντα μετά από ντρίπλα, πολλές φορές εν κινήσει.

Παράλληλα σουτάρει τα περισσότερα τρίποντα από ποτέ (5,3) ευστοχώντας στο 41% των προσπαθειών του πίσω από τα 7,25, δε σταματά όμως μόνο εκεί καθώς αναλαμβάνει πολύ ευχάριστα και το ρόλο του δημιουργού με κάτι παραπάνω από 6 τελικές πάσες, δρώντας δηλαδή και ως point forward, πέρα από stretch 4 που ανοίγει το γήπεδο δίνοντας πλάτος με το μακρινό του σουτ. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και τα σχεδόν 11 ριμπάουντ και το 1 κλέψιμο, καταλαβαίνουμε γιατί επιλέχθηκε φέτος πρώτη φορά στο all star game αλλά και τον λόγο που προβάλλει ως το αδιαφιλονίκητο πλέον φαβορί για το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη της χρονιάς.

Αρ Τζέι Μπάρετ και Ιμάνουελ Κουίγκλι: Το νέο αίμα

Μετά την επιλογή του Κρίσταπς Πορζίνγκις το  η Νέα Υόρκη συνήθως δεν έχτιζε καλά μέσα από το ντραφτ, πέρυσι όμως αυτό άλλαξε. Αν και δεν είχαν την ευκαιρία να επιλέξουν τον Ζάιον Γουίλιαμσον που συγκέντρωνε όλα τα βλέμματα, δεν θα έλεγε κανείς ότι λάθεψαν με την επιλογή του Αρ Τζει Μπάρετ στο νούμερο 3. Ο γιος του Ρόουαν Μπάρετ, που πέρασε από τα μέρη μας για λογαριασμό της Δάφνης το 2001, αρχίζει να δείχνει ότι μπορεί να είναι ένα cornerstone για το μέλλον. Γρήγορος, αθλητικός, με καλό frame και footwork. Βελτίωσε φέτος το ποσοστό του από τις βολές φτάνοντας το σεβαστό 74%, πολύ καλύτερο από το αντίστοιχο 61% της πρώτης του χρονιάς.

Έχει δει να σημειώνουν μικρή άνοδο οι κυριότερες στατιστικές του κατηγορίες, όμως το κυριότερο δεν είναι τα νούμερα αυτά καθαυτά, αλλά η αλλαγή στο mentality του. Δεν φοβάται να πάρει πρωτοβουλίες επιθετικά. Θα κατεβάσει τη μπάλα και θα δώσει οδηγίες για το στήσιμο και το έναυσμα της επίθεσης. Με συνεχείς προσποιήσεις θα αλλάζει πλευρές στο παρκέ μπερδεύοντας τους αμυντικούς του. Του αρέσουν τα ελεύθερα σουτ, όμως περισσότερο προτιμάει τις ακροβατικές διεισδύσεις προς το καλάθι, χρησιμοποιώντας πολλές φορές το σώμα των αντιπάλων για να κερδίσει φάουλ μετά την απελευθέρωση της μπάλας.

Ο Ιμάνουελ Κουίγκλι πάλι, δεν ήταν τόσο διαφημισμένος όσο ο συμπαίκτης του εκ Καναδά. Γι’ αυτό και κανείς δεν περίμενε τη χρονιά που κάνει ως τώρα το νούμερο 25 του φετινού ντραφτ. 11,8 πόντοι, 2 ριμπάουντ και ισάριθμες ασίστ, ενώ σοτάρει με κάτι λιγότερο από 40% από τη γραμμή του τριπόντου.

Ό,τι ειπώθηκε για το ξεθάρεμα του Μπάρετ αμέσως πριν, ο ίδιος το δείχνει από την πρώτη του κιόλας χρονιά. Ξέρει ότι δεν επιλέχθηκε ψηλά, οπότε με την αφοσίωσή του και τη δουλειά βρήκε τρόπο να αποδεικνύει πράγματα. Περνώντας ατελείωτες έξτρα ώρες στο γυμναστήριο, περισσότερες κι από παίκτες πιο φτασμένους από αυτόν, δίχνει τη δίψα του για διάκριση. Στα παιχνίδια φροντίζει να λειτουργεί σαν μια επιθετική σπίθα ενέργειας από τον πάγκο προσφέροντας αυτό το instant offence, με τρίποντα, πολλές φορές αρκετά πίσω από τη γραμμή, δύσκολα drives και κυρίως το φονικό του floater το οποίο πετυχαίνει σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, φέρνοντας ένα όπλο που εξελίσσεται σε εφιάλτη για τη λίγκα.

Οι φετινοί Νικς λοιπόν αποτελούν ένα ενδιαφέρον κράμα νιάτων κι εμπειρίας, δίνοντας έμφαση στην άμυνα και έχοντας μια επιθετική ισορροπία ανάμεσα σε μακρινά σουτ και bully ball του παλιού καλού καιρού μέσα στη ρακέτα. Η παρέα του Τομ Τιμποντό χαίρεται επιτέλους το μπάσκετ, αυτό βγαίνει στο παρκέ και μεταφράζεται σε νίκες. Με τα playoffs πιο κοντά από ποτέ μετά από 8 χρόνια, ο αέρας στην πόλη που δεν κοιμάται ποτέ έχει αλλάξει και το μέλλον φαίνεται να κρύβει ακόμα μεγαλύτερες χαρές για το κοινό του Madison Square Garden.

Επιμέλεια: Γιώργος Διαλυνάς

 

Tags:

You Might also Like

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *